Απαλά beat, σκληρές ρίμες: Το ανατρεπτικό αριστούργημα των Wu.

Enter the Wu-Tang (36 Chambers)
Wu-Tang Clan
37
Το 1993, οι Wu-Tang Clan αποτελούσαν μια σκοτεινή, ρεαλιστική, ωμή εναλλακτική στο μπαρόκ gangsta θέατρο της G-funk: Εάν οι πληθωρικοί ρυθμοί του Dr. Dre ήταν το Εξολοθρευτής 2, τότε οι τραχιές, ματωμένες, παραμορφωμένες παραγωγές του RZA στο ντεμπούτο τους ήταν το Reservoir Dogs. Προερχόμενοι από την περιοχή της Νέας Υόρκης με τη λιγότερη εκπροσώπηση —το Στάτεν Άιλαντ— προσέφεραν έναν ήχο που, είτε εκ φύσεως είτε λόγω των συνθηκών, υπήρχε μέσα στη δική του φούσκα: break με αλλοιωμένη soul, αποσπάσματα από ψαγμένες ταινίες kung fu, πλήκτρα με διογκωμένο ήχο, θόρυβοι κασέτας, κοψίματα και κομπιάσματα.
Οι Wu-Tang ξεχώρισαν ως ένα γκρουπ με εννέα μέλη στη μετά-MTV εποχή με τις μικρές κλίκες — ένας συνδυασμός διαφόρων στυλ και φωνών: η βίαιη beat ποίηση των Raekwon, Ghostface Killah και Inspectah Deck, η μεθυσμένη εναλλαγή ανάμεσα σε τραγούδι και κραυγές του Ol’ Dirty Bastard, οι λόγιες λέξεις και τα επιστημονικά flow των GZA και Masta Killa, η ζωηρή καθοδήγηση του RZA, η βραχνάδα του U-God και η ευγλωττία του Method Man, ο οποίος έγινε σταρ με το ομώνυμό του κομμάτι.
Αν και οι μελαγχολικές αναπολήσεις των «Can It Be All So Simple», «C.R.E.A.M.» και «Tearz» συνέθεσαν μια τριλογία συναρπαστικών αφηγήσεων, οι Wu προσέφεραν λιγοστές εύκολες διόδους στη μυθολογία και την ποίησή τους. Έκαναν μοναδικό χαμό, με τους πάντες ―από το crew των Odd Future μέχρι τον Logic με τους αμέτρητους στίχους, τον mafioso Pusha T και τον Young Thug με το ξέφρενο στυλ― να έχουν επηρεαστεί ο καθένας με διαφορετικό τρόπο από τους Wu-Tang Clan.
